Η πρόσφατη ανακοίνωση της πρόθεσης του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας να εξετάσει τη δυνατότητα δημιουργίας ενεργειακών κοινοτήτων ξενοδοχείων, οι οποίες θα μπορούν να ενταχθούν σε σχήμα εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού έφερε στο προσκήνιο τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει (και αντιμετώπιζε) ο θεσμός των ενεργειακών κοινοτήτων, οι οποίες έρχονται πλέον, έστω και ως ιδέα αυτή τη στιγμή, να ενσωματωθούν στον τουριστικό κλάδο.
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά (ΣΠΕΦ), Στέλιος Λουμάκης, μιλώντας στο insider.gr εξηγεί τα ζητήματα που θέτει η εφαρμογή των ενεργειακών κοινοτήτων και του εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού στον ξενοδοχειακό κλάδο αλλά και στον ευρύτερο επιχειρηματικό επισημαίνοντας τα θέματα κόστους που εγείρει ένα τέτοιο εγχείρημα ενώ τονίζει ότι οι Εν. Κοιν., εφόσον εφαρμόζονταν στον τουριστικό κλάδο θα πρόσφεραν λύση σε περιβαλλοντικά ζητήματα και θέματα χωροθέτησης των ενεργειακών υποδομών εντός της ξενοδοχειακής μονάδας.
Ο χρόνος που χάθηκε και η ρύθμιση του θεσμικού πλαισίου
Αναφερόμενος στις παλαιότερες αδυναμίες του θεσμικού πλαισίου, ο κ. Λουμάκης δήλωσε πως «οι Ενεργειακές Κοινότητες (Εν. Κοιν.) στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι ένα μάλλον παρεξηγημένο εργαλείο πολύ-συμμετοχικής οικονομίας. Στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του θεσμού (περίοδος 2018-2020) υπήρξε δυστυχώς καταστρατήγηση των προνομίων που αδιακρίτως αυτές απολάμβαναν και εν προκειμένω της προτεραιότητας στην πρόσβαση στο δίκτυο, δηλαδή στον ηλεκτρικό χώρο και την έκδοση Όρων Σύνδεσης. Ολιγομελή σχήματα επενδυτών με αμιγώς κερδοσκοπικό χαρακτήρα που άλλως θα ίδρυαν μια εταιρεία λ.χ. της μορφής Ο.Ε., Ε.Ε, ή ΙΚΕ, χρησιμοποίησαν το θεσμό ώστε να προσπεράσουν οι αιτήσεις τους στο πρωτόκολλο του διαχειριστή εκείνες των υπολοίπων επενδυτών και με τον τρόπο αυτό να λάβουν Όρους Σύνδεσης, ήτοι ηλεκτρικό χώρο που κατά τα άλλα τελεί εδώ και χρόνια σε ανεπάρκεια. Η Πολιτεία το 2020 και αφού δυστυχώς χάθηκε πολύτιμος χρόνος περίπου δύο ετών για την διάσωση της ακεραιότητας του θεσμού, ρύθμισε εν τέλει το τοπίο με επιτυχή θα λέγαμε εν γένει τρόπο, δηλαδή ως προς τον δραστικό περιορισμό των καταχρηστικών προτεραιοτήτων».
Η αυτοπαραγωγή και οι επιχειρήσεις – Οι προκλήσεις για τον τουριστικό κλάδο
Στην αυτοπαραγωγή, ωστόσο, που ως δραστηριότητα δεν καταλαμβάνεται από τον κερδοσκοπικό χαρακτήρα της προσπόρισης εισοδήματος, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Γνώμονας εκεί δεν είναι η πώληση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας αλλά η ιδιοκατανάλωση ή ο συμψηφισμός της με την καταναλισκόμενη με σκοπό την εξοικονόμηση πόρων και την βελτίωση της οικονομικής απόδοσης εκάστου μέλους που κατά τα άλλα μπορεί και να μην φέρει καν την ιδιότητα του ηλεκτροπαραγωγού τόσο ως φυσικό πρόσωπο αλλά και ως επιχείρηση.
«Ο νομοθέτης, από πλευράς προτεραιότητας πρόσβασης στο δίκτυο για λήψη όρων σύνδεσης, έχει εντάξει την αυτοπαραγωγή με ενεργειακό ή εικονικό ενεργειακό συμψηφισμό στην Ομάδα Β, δηλαδή αρκετά ψηλά ούτως ώστε τα όποια τέτοια αιτήματα να έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες ικανοποίησης. Αν μάλιστα πρόκειται για αιτήματα με μικρή ισχύ έως 10 kW, τότε σύμφωνα με τον πρόσθετο ηλεκτρικό χώρο των 10 MW που αποδόθηκε διοικητικά με τον ν. 4951/2022 ανά υποσταθμό του διαχειριστή, η ικανοποίηση των σχετικών αιτημάτων αυτοπαραγωγής θεωρείται βέβαιη. Ωστόσο, επειδή τα 10 kW συνιστούν πολύ μικρή ισχύ, το πρόγραμμα εν γένει δεν απευθύνεται σε επιχειρήσεις αλλά σε μεμονωμένους ιδιώτες-νοικοκυριά.
Παρόλα αυτά εξετάζοντας σφαιρικά το μοντέλο των Εν.Κοιν. για αυτοπαραγωγή με εικονικό ενεργειακό συμψηφισμό στον τουριστικό κλάδο που αναφέρθηκε πρόσφατα από τον ΥΠΕΝ και υπό την επιφύλαξη εξεύρεσης ηλεκτρικού χώρου ώστε να μπορέσει να φιλοξενηθεί κάπου εντός της Περιφέρειας που εδράζεται η κοινότητα μια φωτοβολταϊκή μονάδα παραγωγής έως 3 MW που είναι το άνω όριο, αυτό που θα είχε να προσφέρει στις επιχειρήσεις μέλη της θα ήταν οι οικονομίες κλίμακας στην παραγωγή ενέργειας προς αυτοκατανάλωση καθώς και η αποφυγή φιλοξένησης της μονάδας εντός του χώρου των τουριστικών επιχειρήσεων, κάτι που δεν είναι αρχιτεκτονικά και περιβαλλοντικά εύκολο να συνδυαστεί.
Οι επιχειρήσεις δηλαδή που είναι μέλη μιας τέτοιας Εν.Κοιν. θα έχουν την ευκαιρία να συμψηφίζουν την ηλεκτρική τους κατανάλωση με το ποσό ενέργειας που τους αναλογεί από την παραγωγή της φωτοβολταϊκής μονάδας σύμφωνα με τα ποσοστά που αναγράφονται στο προσάρτημα της σύμβασης συμψηφισμού που έχουν συνάψει με τον Προμηθευτή τους, μειώνοντας με τον τρόπο αυτό την μηνιαία δαπάνη τους για ηλεκτρική ενέργεια. Βεβαίως η εξοικονόμηση της δαπάνης αυτής θα χρειαστεί καταρχήν να αποσβέσει την ίδια την επένδυση εκάστου μέλους για την ανάπτυξη της φωτοβολταϊκής μονάδας και ύστερα θα αποτελέσει «καρπό». Με τις τρέχουσες υψηλές ακόμη και μετά την κρατική επιδότηση τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, ωστόσο, ο χρόνος απόσβεσης της επένδυσης έχει μειωθεί στα 4-5 περίπου χρόνια από 7-8 πριν. Συνεπώς η ενεργειακή κρίση ήρθε να αναδείξει την αυτοπαραγωγή ως επενδυτική επιλογή θωράκισης των οικονομικών του καταναλωτή.
Κλείνοντας, είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί πως η αυτοπαραγωγή με εικονικό ενεργειακό συμψηφισμό επειδή αφορά 100% έγχυση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από μία Φ/Β μονάδα στο δίκτυο, αντιμετωπίζει τους ίδιους περιορισμούς με την κλασσική ανεξάρτητη ηλεκτροπαραγωγή. Λογής συνεπώς μαξιμαλισμοί της αγοράς λ.χ. περί άρσης των γεωχωρικών περιορισμών στο να βρίσκεται η παραγωγή εντός της ιδίας περιφέρειας με τις καταναλώσεις εν προκειμένω των μελών μιας Εν.Κοιν. δεν είναι εύκολο, ούτε σώφρον να υπολογίζεται πως μπορούν να ικανοποιηθούν. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει οι επενδυτές να έχουν υπόψη τους πως ο συστημικός κίνδυνος η παραγωγή τους να μην μπορεί στον πραγματικό χρόνο να εγχυθεί, άρα και να μην έχουν αντίστοιχη ποσότητα ενέργειας προς συμψηφισμό με τον Προμηθευτή τους, τους αφορά εξολοκλήρου. Η έγχυση ενέργειας στο ηλεκτρικό δίκτυο έχει συγκεκριμένα όρια τάσης, τα οποία αν λόγω κορεσμού του δικτύου κάποιες ώρες στον πραγματικό χρόνο προσεγγιστούν, οι αποζεύξεις της παραγωγής από τους inverters της Φ/Β εγκατάστασης λαμβάνουν χώρα αυτόματα. Συνεπώς δεν είναι το δίκτυο που θα κινδυνεύσει σε συνθήκες κορεσμού αλλά οι ίδιοι οι επενδυτές, οπότε καλόν είναι τα αιτήματα για διοικητικές παρεμβάσεις χαλάρωσης των περιορισμών να κινούνται στη σφαίρα της λογικής. Σε ότι αφορά τώρα την αποθήκευση με μπαταρίες που θα μπορούσε να αμβλύνει το φαινόμενο, ως πρώτη γεύση ας κρατήσουν οι ενδιαφερόμενοι πως περίπου διπλασιάζει το κόστος μιας Φ/Β εγκατάστασης», υπογραμμίζει ο κ. Λουμάκης.