Σε συνέχεια πρόσκλησης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και συγκεκριμένα του Τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών, ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά (ΣΠΕΦ) κος Στέλιος Λουμάκης παρέστη ομιλητής σε ημερίδα που διοργάνωσε στην Θεσσαλονίκη το Εργαστήριο Ηλεκτρικής Ενέργειας την Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013 με θέμα την προώθηση της χρήσης των φωτοβολταϊκών συστημάτων μέσω του βέλτιστου ενεργειακού συμψηφισμού.
Στην παρουσίαση του ο κος Λουμάκης καταρχήν αναφέρθηκε στην ραγδαία μεταβολή επί το δυσμενέστερο των οικονομικών συνθηκών υπό τις οποίες καλείται σήμερα να λειτουργήσει η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και που αφορούν την ύφεση στην ζήτηση αλλά και την έλλειψη ρευστότητας λόγω της ραγδαίας εξασθένησης του εισοδήματος των καταναλωτών και της εύρυθμης συνεπώς είσπραξης των λογαριασμών κατανάλωσης. Οι συνθήκες αυτές φαίνεται να ανατρέπουν τον προϋπάρχοντα ενεργειακό σχεδιασμό περί «γρήγορης» απόσυρσης του «βρώμικου» περιβαλλοντικά λιγνίτη από το ενεργειακό μίγμα, ο οποίος αντίθετα λόγο κόστους γίνεται ολοένα και περισσότερο ελκυστικός σε μεγάλα τμήματα της οικονομίας και της κοινωνίας. Συνεπικουρούμενης της ανάπτυξης τα προηγούμενα χρόνια σημαντικού μεγέθους εγκατεστημένης ισχύος μονάδων ΑΠΕ και φυσικού αερίου, η χονδρεμπορική αγορά αντιμετωπίζει σήμερα εμφανείς συνθήκες υπερδυναμικότητας.
Οι συνθήκες υπερπροσφοράς ηλεκτρικής ισχύος αυτές αποτυπώθηκαν έντονα το 2013 τόσο οικονομικά όσο και τεχνικά. Η κατάρρευση της Οριακής Τιμής Συστήματος (ΟΤΣ) σε ακόμη και μηδενικές τιμές για πολλές ώρες κάθε μέρα αποτέλεσε το «θερμόμετρο» του προβληματικού αυτού τοπίου και ήταν το αποτέλεσμα της μόνιμης προσφυγής των συμβατικών μονάδων στην προστασία των μεταβατικών μηχανισμών (ΜΑΜΚ) εκτός ανταγωνιστικής αγοράς, αφού η συρρικνωμένη ζήτηση σε συνδυασμό με την ηλεκτροπαραγωγική υπερδυναμικότητα δεν τους διασφάλιζε επαρκή χρόνο συμμετοχής στον αγορά. Για πρώτη φορά ίσως φάνηκε τόσο απτά πως δεν ευσταθεί να προστίθεται νέα ισχύς στο σύστημα χωρίς τις απαραίτητες αποσύρσεις και μάλιστα σε ένα περιβάλλον που απουσιάζουν οι υποδομές φθηνής μαζικής αποθήκευσης ενέργειας. Τέτοιες πρακτικές αυξάνουν το κόστος του συστήματος (π.χ. διπλά ΑΔΙ).
Σε ότι αφορά τα Φ/Β ο εθνικός στόχος του 2020 καλύφθηκε επτά χρόνια νωρίτερα με εμπροσθοβαρές κόστος, γεγονός που προκάλεσε και προκαλεί σειρά προβλημάτων σε επίπεδο παραγωγών αλλά και εγκαταστατών, αφού «νομοτελειακά» πλέον νέα αγορά δεν υφίσταται. Οι «πιέσεις» ωστόσο μιας υπερανεπτυγμένης αγοράς εγκαταστατών για περαιτέρω θεματική επέκταση και μάλιστα χωρίς υποδομές αποθήκευσης, δεν πρέπει να αφεθούν να λειτουργήσουν χωρίς ολοκληρωμένο ενεργειακό σχεδιασμό, διότι οι επιπτώσεις θα είναι μη αναστρέψιμες.
Oενεργειακός συμψηφισμός (net – metering) ως όχημα προσθήκης νέας Φ/Β ισχύος στο σύστημα ή ισοδύναμης αφαίρεσης κατανάλωσης, τεχνικά δεν «ξεφεύγει» των γνωστών περιορισμών που αναφέρθηκαν για τους ανεξάρτητους παραγωγούς. Η διασύνδεση των παραγωγών net-metering στο δίκτυο το οποίο και χρησιμοποιούν καθημερινά αμφίδρομα ως αποθήκη ηλεκτρισμού προς κάλυψη των ετεροχρονισμών και της αναντιστοιχίας της παραγωγής με την κατανάλωση τους, τους καθιστά το ίδιο ευάλωτους στις κρίσιμες ισορροπίες του ισοζυγίου ισχύος. Η μακροσκοπική θεώρηση πως οι υπό το net-meteringΦ/Β παραγωγοί παράγουν σε συγκεκριμένο χρονικό όγκο ελέγχου το ρεύμα που καταναλώνουν, υπεραπλουστεύει σειρά κρίσιμων παραμέτρων για την επιτυχία αλλά και τη βιωσιμότητα του εγχειρήματος. Με άλλα λόγια αν όλο το περιβάλλον σύστημα και δίκτυο στο οποίο διασυνδέονται και χρησιμοποιούν δεν είναι ευσταθές και αποδοτικό, ούτε εκείνοι θα μπορέσουν αντίστοιχα να απολάβουν τα οφέλη των συστημάτων αυτών, αφού οι αναγκαστικές αποζεύξεις του παραγωγικού τους σκέλους, θα απομειώνουν την παραγωγή μετατρέποντας τους εν τέλει σε απλούς καταναλωτές. Επιπλέον το φαινόμενο των «τυχαίων» αναγκαστικών αποζεύξεων από τους invertersθα επεκτεινόταν και σε άλλες Φ/Β μονάδες του δικτύου, αφού στην μέση και χαμηλή τάση δυνατότητα επιλεκτικών αποσυνδέσεων από τον διαχειριστή δεν υπάρχει.
Σε ότι αφορά την αποθήκευση ενέργειας ως θεραπεία στις αναγκαστικές περικοπές λόγω υπερδυναμικότητας απλών ή net-metering Φ/Β παραγωγών, ακούγονται λύσεις περί «τοπικής» επίλυσης του προβλήματος με συσσωρευτές. Οι λύσεις ωστόσο αυτές ως ιδιαίτερα κοστοβόρες επιλογές θα καταστήσουν εκ νέου ακριβά τα Φ/Β επιφέροντας έτσι την ανάγκη νέων επιδοτήσεων, που όμως είναι ανέφικτο να καταβληθούν. Όσον αφορά την κεντρικοποιημένη αποθήκευση, η πρόσφατη πρόταση-σχέδιο νομοθετικού πλαισίου της ΡΑΕ για καταβολή ως αποζημίωση στον Αποθηκευτικό Σταθμό από τον παραγωγό ΑΠΕ του 60 – 70% της ταρίφας του για κάθε kWh που «περισώθηκε» της περικοπής μέσω της αποθήκευσης, οικονομικά προβληματίζει έντονα.
Η ίδια θεώρηση θα έπρεπε να διέπει και τις οικονομικές πτυχές διατήρησης ενός ευσταθούς, επαρκούς, αποδοτικού και κατάλληλα εφοδιασμένου με υποδομές συστήματος και δικτύου. Εν γένει το κόστος ανάπτυξης και συντήρησης των υποδομών αυτών, τις οποίες οι παραγωγοί net–metering αδιάλειπτα θα χρησιμοποιούν, επιμερίζεται στις διακινούμενες προς κατανάλωση σε πραγματικό χρόνο kWh. Αν ολοένα και μεγαλύτερη μερίδα καταναλωτών μετατραπεί σε παραγωγούς net-metering οπότε συμψηφιστικά στον χρονικό όγκο ελέγχου επειδή το λογιστικό αποτύπωμα κατανάλωσης φαίνεται μηδενικό απαλλάσσεται της καταβολής του αντιστοιχούντος μεριδίου κόστους για το δίκτυο, παρότι σε πραγματικό χρόνο η διακίνηση kWh ήταν απείρως μεγαλύτερη, το κόστος συντήρησης των υποδομών αυτών θα επιμερίζεται ολοένα και σε λιγότερους καταναλωτές αυξάνοντας έτσι το κόστος γι’ αυτούς ή άλλως τα ελλείμματα του διαχειριστή. Κάτι τέτοιο προφανώς δεν είναι βιώσιμο.
Oι παραγωγοί ΑΠΕ τα τελευταία δύο χρόνια μαστίζονται από δραματικά ελλείμματα και διευρυνόμενη στάση πληρωμών ως αδιαμφισβήτητο αποτέλεσμα του ελλιπούς σχεδιασμού και των προσαρμογών που επιβαλλόταν να γίνουν στην αγορά τα προηγούμενα χρόνια σε πολλαπλά επίπεδα αλλά αγνοήθηκαν. Ο μονοπωλιακός μάλιστα χαρακτήρας της προμήθειας και των διαχειριστών αποδεδειγμένα επιτείνει το πρόβλημα αφού συγκυριακά στριμώχνει επιπρόσθετα κάθε έλλειμμα του στις πολύπαθες ΑΠΕ και δυστυχώς αυτό αποτελεί οδυνηρή παρακαταθήκη για το μέλλον. Είναι λοιπόν εξόχως σημαντικό στο εξής οι σχεδιασμοί της Πολιτείας να είναι πλήρεις, λεπτομερείς, χωρίς ελλείμματα, αλλά και με διαδικασίες ελέγχου και επανεξέτασης σε κάθε ενδιάμεσο στάδιο. Έτσι η επιβολή καταρχήν πλαφόν μέχρι τα 10 kWp στις Φ/Β εγκαταστάσεις net-metering αλλά και σε ετήσια βάση συνολικά ως χώρα με βάση και τις δυνατότητες του συστήματος, θα μπορούσαν να λειτουργήσουν προστατευτικά για την αγορά έως ότου αναδειχθούν όλα τα κρίσιμα σημεία του εγχειρήματος και του νέου τοπίου που θα δημιουργήσει.