Το Πρόγραμμα Ήλιος είναι ένα ευρωπαϊκών διαστάσεων ενεργειακό project
Στο πλαίσιο της ειδικής ημερίδας για το Πρόγραμμα Ήλιος που διοργανώθηκε την Τρίτη 3 Απριλίου στο Μέγαρο Μουσικής από το Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, παρουσιάστηκαν τόσο από την Πολιτική ηγεσία όσο και από ευρωπαίους αξιωματούχους αλλά και εξειδικευμένους συμβούλους όλες οι μέχρι σήμερα τουλάχιστον καθορισμένες παράμετροι του Προγράμματος.
Σε ότι αφορά τα μακροοικονομικά χαρακτηριστικά του Προγράμματος πράγματι η Ελλάδα διαθέτει το στρατηγικό πλεονέκτημα της κατά 50% υψηλότερης ηλιοφάνειας σε σχέση με την Κεντρική Ευρώπη και μάλιστα επί εδάφους ΕΕ που σημαίνει και ασφαλέστερα στρατηγικά, γεωπολιτικά, κοινωνικά και λοιπά χαρακτηριστικά. Η υψηλότερη αυτή ηλιοφάνεια συνδυαζόμενη με ευρωπαϊκούς όρους χρηματοδότησης οδηγεί νομοτελειακά σε χαμηλότερο κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ότι στις χώρες του Βορρά. Εκκινώντας από την ορθολογική αυτή διαπίστωση το ενδιαφέρον των βορειότερων ευρωπαϊκών εταίρων μας να μεταφέρουν μέρος της ηλεκτροπαραγωγής τους από φωτοβολταϊκά στην χώρα μας, στα πλαίσια και της έγκαιρης επίτευξης των δεσμευτικών εθνικών τους στόχων για ΑΠΕ, είναι εύλογο να αναμένεται. Επιπλέον στο σκέλος του προγράμματος που αφορά τα δίκτυα και τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις, η ΕΕ έχει εντάξει στην μεσοπρόθεσμη πολιτική της την ολοκλήρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας η οποία προφανώς και περιλαμβάνει την αναβάθμιση της μεταφορικής ικανότητας των γραμμών διασύνδεσης των χωρών μελών τουλάχιστον σε περιφερειακό επίπεδο. Η απρόσκοπτη και ελεύθερη άλλωστε διακίνηση αγαθών στους κόλπους της ΕΕ αποτελεί θεμελιώδες διαχρονικό αξίωμα για την ευρωπαϊκή οικογένεια.
Με βάση τα ανωτέρω χαρακτηριστικά η υλοποίηση του Προγράμματος Ήλιος δεν θα έπρεπε να περιορίζεται στα πλαίσια μιας διμερούς μόνο ατζέντας συζήτησης χωρών μελών αλλά να εξετασθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ως πιλοτικό πρόγραμμα στην κατεύθυνση της πραγματικής ολοκλήρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και μάλιστα ξεκινώντας από τον αειφόρο και πολλά υποσχόμενο για την ανάπτυξη χώρο των ΑΠΕ. Σε ένα τέτοιο επίπεδο εξέτασης του Προγράμματος οι μεταβατικού χαρακτήρα επιμέρους εθνικοί μηχανισμοί οικονομικής στήριξης της ηλιακής kWh είναι παντελώς άσχετοι και επ’ ουδενί αποτελούν εμπόδιο. Άλλωστε έχει πολλαπλά καταστεί σαφές ότι το Πρόγραμμα Ήλιος είτε ως στατιστική εξαγωγή είτε ως φυσική, που σαφώς και είναι προτιμητέα, οικονομικά δεν σχετίζεται σε τίποτα με την εγχώρια αγορά. Υπό το πρίσμα αυτό η τιμή της εξαγόμενης ηλιακής ενέργειας μπορεί ανεξάρτητα από το μεταβατικό εθνικό πρόγραμμα να προσδιοριστεί σε ορθολογική οικονομική βάση που άπτεται και της χώρας προορισμού και του πραγματικού πλήρους κόστους της ενέργειας που εκεί θα υποκαταστήσει αλλά και του αποφευγόμενου.
Η χρονική εξέλιξη του Προγράμματος εκτεινόμενη όπως παρουσιάστηκε στην ημερίδα μέχρι και το 2020, υπερβαίνει κάθε εθνικό πρόγραμμα στήριξης ηλιακής KWh όπως φυσικά και το ελληνικό. Ήδη από το ν. 3851/2010 οι τιμές kWh του εθνικού προγράμματος ανάπτυξης νέων Φ/Β μονάδων αποδεσμεύονται πλήρως το 2015 από την λογική του μηχανισμού Feed – in –Tariff όπως τον γνωρίζουμε σήμερα συσχετιζόμενες πλέον απευθείας με την Οριακή Τιμή Συστήματος. Η μεταρρύθμιση αυτή που αποτελεί νόμο του Κράτους ήδη από το 2010 θα καταστήσει για τις νέες τότε Φ/Β μονάδες την τιμή της πωλούμενης KWh αρκετά ελκυστική ακόμη και για εξαγωγή αφού αυτή θα κινείται στην ζώνη περίπου των 13 cents/kWh. Θα καταστεί έτσι πιθανότατα εφικτή ακόμη και η συμμετοχή ημεδαπών νέων Φ/Β μονάδων σε ένα ποσοστό στο Πρόγραμμα Ήλιος γεγονός που θα προσδώσει ορίζοντα βάθους και στην ελληνικών συμφερόντων ηλεκτροπαραγωγή στην χώρα. Η οικονομική μάλιστα ανάλυση που παρουσιάστηκε κατά την διάρκεια της ημερίδας από τον σύμβουλο του project Guggenheim Partners, κατέδειξε σαφέστατα την οικονομική εφικτότητα και της προοπτική αυτής αφού σε ερώτηση –παρέμβαση του ΣΠΕΦ για το θέμα χαρακτηρίστηκε από τον σύμβουλο ως «εξαιρετική ιδέα».
Σε κάθε περίπτωση το Πρόγραμμα Ήλιος φαίνεται να διαθέτει σημαντικά ορθολογικά πλεονεκτήματα τόσο για την χώρα όσο και για την ΕΕ. Χρησιμοποιώντας το ως πιλοτικό project η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έχει την μοναδική ευκαιρία να αποτιμήσει in-vivo το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα της ενεργειακής της ολοκλήρωσης.